Friday, January 5, 2018

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ ΩΣ ΒΑΣΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Ε΄



Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ ΩΣ ΒΑΣΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ
Ε΄
«Βαπτισματική Ἑνότητα» καί ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος
                                                                                                                                                                                                                                                 Του Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χίρς
=====
Ἀπό τήν ἀναγνώριση μυστηρίων Ἑτερόδοξων στήν ἀναγνώριση «Ἐκκλησιαστικότητας»
Ἡ ἀπόσταση ἀπό τήν ἀναγνώριση «ἐκκλησιαστικῶν στοιχείων», πρωτίστως τό βάπτισμα, μεταξύ τῶν ἑτεροδόξων ὡς τήν ἀναγνώριση «ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτῆρα», ἤ «ἐκκλησιαστικότητας», σέ ἑτερόδοξες ὁμολογίες, εἶναι ἕνα πολύ μικρό βῆμα. Αὐτό τό βῆμα τό ἔκανε εὔκολα ἡ Β’ Βατικανή [23]. Τώρα οἱ ὀρθόδοξοι οἰκουμενιστές περιμένουν τό βῆμα αὐτό νά τό κάνει ἡ ἐπικείμενη πανορθόδοξη Σύνοδος.
Ἡ νέα εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία προβάλλεται, μέ βάση τήν ἀναγνώριση τοῦ «ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτῆρα» ποικίλων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν, περιγράφεται πολύ παραστατικά ἀπό τόν Ἰησουΐτη ἀκαδημαϊκό θεολόγο Francis Sullivan: «Μπορεῖ κάποιος νὰ σκεφθεῖ τὴν παγκόσμια Ἐκκλησία ὡς μία κοινωνία (communion) – σὲ ποικίλα ἐπίπεδα πληρότητας – ‘σωμάτων’ ποὺ εἶναι περισσότερο ἢ λιγότερο πλήρεις Ἐκκλησίες εἶναι μία πραγματικὴ κοινωνία, ποὺ πραγματοποιεῖται σὲ ποικίλους βαθμοὺς  πυκνότητας ἢ πληρότητας, μία κοινωνία  «σωμάτων» ποὺ στὸ σύνολό τους ἔχουν  πραγματικὰ ἐκκλησιαστικὸ χαρακτῆρα, παρ᾽ ὅτι κάποια πληρέστερα ἀπὸ ἄλλα» [24]. 
Εἶναι καίριας σημασίας νά ἔχει κανείς στόν νοῦ του αὐτήν τήν ἰδέα τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν διαβάζει τό προσυνοδικό κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπό χριστιανικό κόσμο». Στό παραμορφωμένο οἰκουμενικό ἐκκλησιολογικό πλαίσιο τοῦ μετά τή Β΄ Βατικανή – οἰκουμενισμοῦ, ἡ ἁπλή ταύτιση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία δέν ἀποκλείει τήν ταυτόχρονη ἀναγνώριση ἄλλων ἐκκλησιῶν, ὡς φορέων «ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτῆρα», ἔστω κι ἄν εἶναι «λιγότερο ἤ περισσότερο πλήρεις ἐκκλησίες». Μία τέτοια ἀνορθόδοξη ἀνάγνωση εἶναι πολύ πιθανόν ὅταν τό κείμενο κάνει ἰδιαίτερες ἀναφορές σέ ἑτερόδοξες ὁμολογίες ὡς «ἐκκλησίες».
Σέ ἕνα δογματικό κείμενο τέτοιας φύσεως θά ἔπρεπε νά εἶναι προφανές ὅτι ὁ ὅρος πρέπει νά χρησιμοποιηθεῖ αὐστηρά σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη ἔννοια τῆς λέξης, ὥστε νά ἀποκλειστεῖ ὁποιαδήποτε πιθανή παρερμηνεία. Μέ δεδομένο τό νέο αὐτό ἀνορθόδοξο ἐκκλησιολογικό πρότυπο τοῦ οἰκουμενισμοῦ ὑπάρχει ἐπαρκής θεολογική βάση γιά τούς ἱεράρχες τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν νά ἀπορρίψουν τό ἐν λόγῳ προσχέδιο κειμένου γιά τίς σχέσεις μέ τούς ἑτεροδόξους. Ἄν, ὅμως, ἐξετάσουμε ἐπιπλέον καί τίς ἀπόψεις κάποιων ἐξεχόντων οἰκουμενιστῶν θεολόγων, μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων, ὁρισμένοι ἐκ τῶν ὁποίων μάλιστα ἔχουν ἀσχοληθεῖ ἐνεργά μέ τήν κατάρτιση τῶν προσυνοδικῶν κειμένων, τότε προβάλλει ἐπείγουσα ἡ ἀνάγκη γιά ἀνεπιφύλακτη καταδίκη τῆς νέας ἐκκλησιολογίας, οὕτως ὥστε νά μήν γίνουν ἀποδεκτές ἑτερόδοξες ἀντιλήψεις γιά τήν Ἐκκλησία ὡς ὀρθόδοξες.
(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment