Wednesday, January 10, 2018

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ ΩΣ ΒΑΣΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Θ΄



Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ ΩΣ ΒΑΣΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ
Θ΄
«Βαπτισματική Ἑνότητα» καί ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος
                                                                                                                                                                                                                                                 Του Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χίρς
=====
Συμπέρασμα
Σήμερα, ἡ ὀλισθηρή κατηφόρα τῆς καινοτομίας ἔχει ὁδηγήσει πολλούς οἰκουμενιστές μέχρι τοῦ σημείου νά ἀναγνωρίζουν ὄχι μόνον τό Βάπτισμα, ἀλλά καί τήν «Θεία Εὐχαριστία τῶν ἑτεροδόξων». [34] Ἐξαιτίας τῆς ἑνότητος τῶν μυστηρίων, ἡ ἀναγνώριση τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι τό ἀναμενόμενο καί λογικό ἀποτέλεσμα τῆς ἀποσύνδεσης τῶν κανονικῶν καί χαρισματικῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας, τά ὁποῖα συμπίπτουν καί φανερώνονται στή Θεία Εὐχαριστία. Παρότι ἡ ὀρθόδοξη πίστη φέρεται ἀκόμη ὡς τό ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ γιά τό «Κοινόν Ποτήριον», στήν πραγματικότητα μέ τήν ἀναγνώριση «ἑτεροδόξων μυστηρίων», ἀκόμη καί αὐτῆς τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ἑνότητα τῆς Πίστεως ἔχει πάψει νά ἀποτελεῖ προαπαιτούμενο. Πράγματι, ἄν ἡ πανορθόδοξη Σύνοδος ἐπιτρέψει μία οἰκουμενιστική ἑρμηνεία, ἀναγνωρίζοντας «μυστήρια «καί «ἐκκλησιαστικότητα» τῶν ἑτεροδόξων, τότε τό Κοινόν Ποτήριον θά εἶναι ἁπλῶς μία τυπική  ἐπιβεβαίωση τῆς παρεκτροπῆς. Θά ἔχει τότε ἤδη ἐπιτευχθεῖ μία ἕνωση, ἀλλά θά εἶναι οὐσιαστικά ψευδο-ἕνωση, δεδομένου ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι δέν θά ἔχουν ἀποκηρύξει οὔτε ἕνα αἱρετικό δόγμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας κεφ. λη΄.Migne, PG. 150,452 C. Βλ. Μεταλληνοῦ, π. Γ. Δ., Δοκίμια Ὀρθόδοξης Μαρτυρίας (Ἀθῆνα: Ἐκδόσεις Ἄθως, 2001), «Ἐξ ὕδατος καί πνεύματος», σ. 67-87.
2. π. Ἰω. Ρωμανίδου, Τό Προπατορικόν Ἁμάρτημα, Ἀθῆνα 1989, σ. 173.
3. Ἰωάν. 3,5.
4. «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Ὁμολογῶ ἕν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.» Προφανῶς αὐτά τά δύο ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως σχεδιάστηκαν γιά νά ὁμολογοῦνται τό ἕνα μετά τό ἄλλο, ἀκριβῶς ἐπειδή τό δεύτερον, «ἕν βάπτισμᾳ» ἐννοεῖται ὅτι λαμβάνει χώρα στό πρῶτο, στήν «Μία Ἐκκλησία».
5. Ἐφ. 3:5-6 
6. Παπαθανασίου Χρήστου, Τό «Κατ’ Ἀκρίβειαν» Βάπτισμα καί Οἱ ἐξ Αὐτοῦ Παρεκκλίσεις,(Ἀθῆνα:Γρηγόρη, 2001), σ.258.
7. Ὅπ. παρ. σ. 293.
8. Ὅπ. παρ. σ. 258.
9. Ἐπίσκοπος Κάλλιστος Ware, Εὐστράτιος Ἀργέντης: Μία Μελέτη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τόν Τουρκικό Ζυγό (Ὀξφόρδη: Clarendon Press, 1964) σ. 83-84
10. Ὅπ. παρ. σ. 296-7.
11. “[Η] οἰκονομία κατά τήν ἐπιστροφή (=εἴσοδο) στήν Ὀρθοδοξία Λατίνων καί γενικά τῶν Δυτικῶν χριστιανῶν, μπορεῖ νά ἐφαρμοσθεῖ μόνο στήν περίπτωση, πού κάποια χριστιανική ὁμολογία τελεῖ τό βάπτισμα μέ τριπλῆ κατάδυση καί ἀνάδυση κατά τήν ἀποστολική καί πατερική μορφή του”. Π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ὁμολογῶ Ἕν Βάπτισμα ( Ἅγιον Ὄρος: Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου, 1994) σ. 122. H ἐκκλησιαστική οἰκονομία δέν ἐφαρμόζεται σέ ὁποιαδήποτε περίπτωση, ἀλλά μόνο ὅταν οἱ τυπικές προϋποθέσεις ἐκπληρώνονται. «Ἐφαρμόζεται μέ βάση ἀρχές πού τήν προβλέπουν καί τήν προσδιορίζουν.» (Παπαθανασίου, Τό «Κατ’ Ἀκρίβειαν» Βάπτισμα, σ.296.)
12. Βλ: Ware, Εὐστρατίου Ἀργέντη, σ. 84. Πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι, ὅταν ἡ ἐφαρμογή τῆς οἰκονομίας, πού ὁπωσδήποτε δικαιολογῆται μόνο σέ ἐξαιρετικές περιπτώσεις, καθιστᾶ θολή τή γραμμή μεταξύ τῆς ὀρθοδοξίας καί τῆς αἱρέσεως ἤ διαιωνίζει τίς ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις σχετικά μέ τίς ἑτερόδοξες τελετές, εἶναι αὐτοαναιρούμενη, στό βαθμό πού ἡ οἰκονομία στοχεύει στό ἴδιο ἀποτέλεσμα μέ τήν ἀκρίβεια, ἄν καί τό κάνει αὐτό μέ διαφορετικό τρόπο.
13. Βλ. Α΄ κανόνας τοῦ Μεγ. Βασιλείου. Ἐκεῖ ὁ Μέγας Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας συμφωνεῖ πλήρως μέ τόν Ἅγ. Κυπριανό ὅτι μέ τό σχίσμα αὐτοί πού ἀποχωροῦν ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν κατέχουν πλέον τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποκόπτεται τελικά τό ἱερατικό χάρισμα, καί δέν ἐπιτρέπεται ἡ μεταβίβαση τῆς ἱερωσύνης. Χωρίς τή μετάδοση τῆς ἱερωσύνης, τήν ἀποστολική διαδοχή, οἱ βαζόμενοι ἀπό λαϊκούς. Ἑπομένως, «οὔτε τοῦ βαπτίζειν, οὔτε τοῦ χειροτονεῖν εἶχον ἐξουσίαν».
14. Βλ: Ware, Εὐστράτιος Αργέντη, σ. 85.
15. Παπαθανασίου, Τό «Κατ’ Ἀκρίβειαν» Βάπτισμα, σ.298.
16. Ware, Ευστρατίου Ἀργέντη, σ.85. Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος γράφει: «Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά ἀποδεχθῆ κάποιον αἱρετικό μέ τήν ἀρχή τῆς οἰκονομίας, χωρίς αὐτό νά σημαίνη ὅτι ἀναγνωρίζει ὡς Ἐκκλησία τήν κοινότητα πού τόν εἶχε προηγουμένως βαπτίσει». Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση, Νο. 71 (Δεκέμβριος 2001).
17. Βλ: The Declaration of the Seventh Plenary Session of the Joint International Commission for Theological Dialogue Between the Catholic Church and the Orthodox Church, “Uniatism, Method of Union of the Past, and the Present Search for Full Communion,” (Balamand, Lebanon, 1993), Επίσκεψις, τ. 520 (31 Ιουλίου 1995), σελ. 20, Κοινή διακήρυξις τοῦ Πάπα Ἰωάννου Παύλου ΙΙ καί Πατριάρχου Βαρθολομαίου [Common Declaration of Pope John Paul II and Patriarch Bartholomew] “Call to Unity” (29 Ιουνίου, 1995, section 4), Baptism and Sacramental Economy, An Agreed Statement of The North American Orthodox-Catholic Theological Consultation (St. Vladimirs Orthodox Seminary, Crestwood, New York, June 3, 1999), Austalian Churches Coveting Together,” National Council of Churches of Australia, «Συμφωνητικό έγγραφο» του Εθνικού Συμβουλίου Εκκλησιών της Αυστραλίας (2004), Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2004 ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Γερμανία, Μητροπολίτης Αὐγουστῖνος, ὑπέγραψε μία διακήρυξη μέ τήν Εὐαγγελική Ἐκκλησία τῆς Γερμανίας, ἀναγνωρίζοντας ἕνα κοινό Βάπτισμα καί ὑποσχόμενος νά μή βαπτίζουν τούς προσήλυτους, βλ. http://www.goarch.org /news/goa.news1213· Τό 2007, ἡ Ἐπιτροπή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γερμανίας (KOKiD), μέ ἐπικεφαλῆς τόν Μητροπολίτη Αὐγουστῖνο, συνυπέγραψε μέ ἕνδεκα (11) γερμανικές ὁμολογίες μία κοινή διακήρυξη γιά τό κοινό Βάπτισμα.  
18. Ἐπίσκεψις, τ. 520 (31 Ιουλίου 1995),σελ. 20, Κοινή διακήρυξις τοῦ πάπα Ἰωάννου Παύλου ΙΙ καί Πατριάρχου Βαρθολομαίου [Common Declaration of Pope John Paul II and Patriarch Bartholomew] “Call to Unity,” 29 Ἰουνίου 1995, παρ. 4.
19. Σέ ὁμιλία του, κατά τή θρονική ἑορτή τοῦ Πατριαρχείου στίς 30.11.1998, ἀπευθυνόμενος πρός τόν ἐκπρόσωπο τοῦ Βατικανοῦ, Καρδινάλιο Cassidy, ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρθηκε σέ ἐκείνους τῶν προπατόρων μας, ἀπό τούς ὁποίους ἐμεῖς – εἶπε – (Ὀρθόδοξοι καί Ρωμαιοκαθολικοί) κληρονομήσαμε αὐτόν τόν χωρισμό, καί αὐτοί ἦταν τά ἀτυχῆ θύματα τοῦ ὄφεως, πού εἶναι ἡ ἀρχή ὅλων τῶν κακῶν. Καταλήγοντας δέ εἶπε: «Εἴθε νά ἀξιώση ἡμᾶς ὁ Κύριος νά ἴδωμεν καί τήν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν.» Τό πλῆρες κείμενο δημοσιεύεται στό περιοδικό «Ἐπίσκεψις» [αρ. τεύχους 563 (1998), σελ. 4-8]
20. Βλ: Χαιρετισμός τῆς Α.Θ.Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ὑποδοχήν Αὐτοῦ ὑπό τῆς Α.Θ.Μακαριότητος, τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, ἐν τῷ Πανιέρῳ Ναῷ τῆς Ἀναστάσεως (23 Μαΐου 2014). Οἱ σχετικές παράγραφοι (4 και 5) εἶναι οἱ ἑξῆς: “Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ ἱδρυθεῖσα ὑπό τοῦ ἐν «ἀρχῇ Λόγου», τοῦ «ὄντος πρός τόν Θεόν», καί «Θεοῦ ὄντος» Λόγου, κατά τόν εὐαγγελιστήν τῆς ἀγάπης, δυστυχῶς κατά τήν ἐπί γῆς στρατείαν αὐτῆς, λόγῳ τῆς ὑπερισχύσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας καί τοῦ πεπερασμένου θελήματος τοῦ ἀνθρωπίνου νοός, διεσπάσθη ἐν χρόνῳ. Οὕτω διεμορφώθησαν καταστάσεις καί ὁμάδες ποικίλαι, ἐκ τῶν ὁποίων ἑκάστη διεκδικεῖ «αὐθεντίαν» καί «ἀλήθειαν». Ἡ Ἀλήθεια ὅμως εἶναι Μία, ὁ Χριστός, καί ἡ ἱδρυθεῖσα ὑπ᾿ Αὐτοῦ Μία Ἐκκλησία. Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία κατέβαλε πρό τοῦ μεγάλου Σχίσματος τοῦ 1054 μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ἀλλά καί μετ᾿ αὐτό, προσπαθείας πρός ὑπέρβασιν τῶν διαφορῶν, προερχομένων ἐν ἀρχῇ καί ἐν πολλοῖς ἐξ ἀλλοτρίων τοῦ περιβόλου τῆς Ἐκκλησίας παραγόντων. Ἀτυχῶς, ὑπερίσχυσεν ὁ ἀνθρώπινος παράγων, καί διά τῆς συσσωρεύσεως προσθηκῶν «θεολογικῶν», «πρακτικῶν» καί «κοινωνικῶν» αἱ κατά τόπους Ἐκκλησίαι ὡδήγηθησαν εἰς διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως, εἰς ἀπομόνωσιν, ἐξελιχθεῖσαν ἐνίοτε εἰς ἐχθρικήν πολεμικήν.”
Βλ. http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=1914 &tla=gr.
21. Βλ. Ἐπίσης: Yves Congar, Essais oecumeniques,pp. 212-213 ὡς ἀναφέρεται ὁ Aidan Nichols OP, στό Yves Congar (Morehouse-Barlow, London, 1989), p. 103. Ὁ Congar διατύπωσε ὡς ἑξῆς τήν ἀναδυόμενη συμφωνία: «Στίς παραμονές τοῦ περί οἰκουμενισμοῦ Διατάγματος ὑπῆρχε μία κάποια συναίνεση μεταξύ τῶν καθολικῶν θεολόγων ὑπέρ μιᾶς θεολογίας τῆς διαφοροποιημένης συμμετοχῆς τῶν μήΡωμαιοκαθολικῶν ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων στόν θησαυρό τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας καί, ἐπίσης, ὑπέρ ἑνός Οἰκουμενισμοῦ τῆς ἐνσωμάτωσης, ὁ ὁποῖος θά μποροῦσε νά εἶναι κάτι διαφορετικό ἀπό μία ἁπλή καί καθαρή ‘ἐπιστροφή’».
22. Θεολογία, Τόμος ΞΔ’ (1993), Τομ. VI, Τεύχος 4, σελ. 570-580. Βλ: http://www. ecclesia.gr/greek/press/ theologia/archive_all_9099.asp?etos=1993.
Έγραψε ο π. Ιωάννης: “Now that the Balamand agreement has become a candidate to become a sequel to Vatican II and in which case Uniatism will no longer have any reason for existing, the Orthodox will be faced with the consequences of their continued refusal of communion with the Latins and Uniates. What is most interesting is the fact that according to the Balamand agreement mysteries are valid whether one accepts 7 or 22 Ecumenical Councils and their teachings and practices. The impression will be certainly created that only lack of love could be the reason why the Orthodox may continue to refuse inter-communion and con-celebration with the Vatican.” 
23. Βλ. UR 22, LG 11, 15 καὶ Acta Synodalia, III/2, 335. Ἡ ἐξήγηση τοῦ καρδινάλιου Kasper ἔχει ὡς ἑξῆς: «Τό Βάπτισμα… εἶναι τό μυστήριο τῆς πίστεως, κατά τό ὁποῖο οἱ βαπτισμένοι ἀνήκουν στό ἕνα Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὡς ἐκ τούτου, οἱ μή-καθολικοί χριστιανοί δέν εἶναι ἐκτός τῆς μιᾶς ἐκκλησίας, ἀλλά ἀνήκουν ἤδη σ’ αὐτήν κατά τρόπο οὐσιωδέστατο. Ὁ οἰκουμενισμός … ἔχει ὀντολογικό θεμέλιο καί ὀντολογικό βάθος, στήν βάση τοῦ ἑνός κοινοῦ Βαπτίσματος. Εἶναι ἕνα γεγονός τοῦ Πνεύματος» (Kasper, “The Decree on Ecumenism – Read Anew After Forty Years”, κεφάλαιο IV, παράγραφος 3)
24. Francis A. Sullivan, S.J., “The Significance of the Vatican II Declaration that the Church of Christ ‘Subsists in’ the Roman Catholic Church,” σ. 283 (ἔμφαση τοῦ γράφοντος). Σύμφωνα ἐπίσης μέ τόν Ι. Σπιτέρη, «ἀπὸ [τὴν ἐγκύκλιο UUS] προκύπτει μία νέα ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας ποὺ συνίσταται ἀπὸ μία κοινωνία ἐκκλησιῶν, στὴν ὁποία, κατὰ κάποιον τρόπο, ἀνήκουν ὅλες οἱ χριστιανικὲς ἐκκλησίες»
(Ἰ. Σπιτέρης, «Ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία καὶ οἱ ἄλλες χριστιανικὲς ἐκκλησίες», Θ. Κοντίδης (ἐπιμ.), Ὁ Καθολικισμός, Ἀθῆνα 2000, σ. 246).25. Βλ: http://blogs.auth.gr/moschosg/2015/12/08/μητροπολίτηςμεσσηνίας-χρυσόστομος-2/ και http://blogs.auth.gr/moschosg/2015/12/17στυλιανός-τσομπανίδης-ορθόδοξη-εκκλ/Ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος γράφει ἐκεῖ τά ἑξῆς: «Διά τῆς παρούσης παραγράφου προσδιορίσθησαν πανορθοδόξως τά ὅρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν ἄλλων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν καί ὁμολογιῶν, δέν ἀμφισβητήθη ἡ ὕπαρξις αὐτῶν καί «κατ’ οἰκονομίαν» ἀνεγνωρίσθη, τό συμφώνως πρός τήν κανονικήν παράδοσιν, ὑποστατόν καί ἔγκυρον τοῦ βαπτίσματος»26. «Ἡ ἀναλογική ἐφαρμογή τοῦ πνεύματος κανόνων, ὅπως οἱ 7 τῆς Β΄ καί 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῶν Συνόδων, πού ἀναφέρονται στήν 21η παράγραφο τῆς Ε΄ Προσυνοδικῆς, στή νέα πραγματικότητα τῆς σύγχρονης Οἰκουμενικῆς Κίνησης καί τῶν εἰρηνικῶν διαλόγων, συνεπάγεται τήν ἀναγνώριση τοῦ «ὑποστατοῦ» ἤ καί τοῦ «ἐγκύρου» του Βαπτίσματος. Ἡ κατ’ οἰκονομίαν ἀναγνώριση τοῦ βαπτίσματος ἔχει σημαντικές συνέπειες γιά τή θεώρηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κατάστασης ἄλλων Ἐκκλησιῶν καί ἄλλων Χριστιανῶν». 27. Πρόδρομου Ι. Ἀκανθόπουλου, Κώδικας Ἱερῶν Κανόνων καί Ἐκκλησιαστικῶν Νόμων (Θεσσαλονίκη: Ἀδελφῶν Κυριακίδη, 2000), 509-513.28. Ἡ ἀνεπαίσθητη αὐτή μετακίνηση ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν, ἀπό τήν ποιμαντική μέριμνα γιά τούς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἐπιστρέφουν στήν Ἐκκλησία, στήν ἐκκλησιολογική μέριμνα γιά τίς ἑτερόδοξες κοινότητες καθαυτές, ἀνακαλεῖ στή μνήμη τήν καινοτόμο ἀλλαγή ἑστιασμοῦ τοῦ Yves Congar ἀπό τούς σχισματικούς, ὡς ἄτομα, σέ ὁμάδες σχισματικῶν καί αἱρετικῶν αὐτῶν καθαυτῶν.29. Ἀκανθόπουλου, Κώδικας Ἱερῶν Κανόνων καί Ἐκκλησιαστικῶν Νόμων, 546- 547.30. Βλ. «Fr. George Dragas, The M.anner of Reception of Roman Catholic Converts into the Orthodox Church, with Special Reference to the Decisions of the Synods of 1484 (Constantinople),1755 (Constantinople) and 1667 (Moscow)»: http://www.myriobiblos.gr/texts/english/ Dragas_RomanCatholic_1.html.31. Ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ὅπου ἡ Ἐκκλησία ἀντιλαμβανόταν ὅτι οἱ Λατῖνοι ἐπιτελοῦσαν βάπτισμα μέ μία κατάδυση, ἤ μέ ἔγχυση, οἱ μεταστραφέντες στήν Ὀρθοδοξία Λατῖνοι βαπτίζονταν, ἐπειδή δέν συνέτρεχαν οἱ προϋποθέσεις γιά τήν «Οἰκονομία». Ὅταν ὅμως ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἐκεῖνοι πού προσέτρεχαν γιά νά εἶναι «στή μερίδα τῶν σωζομένων” εἶχαν βαπτισθεῖ ἀπό τούς Λατίνους κατά τόν ἀποστολικό τύπο, ἡ «οἰκονομία» θεωροῦνταν ὡς ἀποδεκτή, ἀλλά ὄχιἀπαραίτητη.32. Αὐτή ἡ βασική καί ἐπικρατοῦσα γιά πολύ καιρό ἀντίληψη ἐπαναδιατυπώθηκε πρόσφατα ἀπό τόν μητροπολίτη Ἠλείας, Γερμανό, στήν εἰσήγησή του ἐνώπιον τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (8 Μαρτίου 2016), ὡς ἐκπροσώπου αὐτῆς στή Διάσκεψη τῶν Πρωθιεραρχῶν στή Γενεύη.33. Αὐτό εἶναι σαφές στήν περίπτωση τῶν Εὐνομιανῶν, γιά τούς ὁποίους ἡ πιθανότητα εἰσδοχῆς «κατ’ οἰκονομίαν» ἀπορρίφθηκε ἀπό τή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, καθότι δέν διατήρησαν τήν ἀποστολική μορφή βαπτίσματος μέ τριπλή κατάδυση, ἀλλά βάπτιζαν μέ μία μόνο κατάδυση «ἐν τῷ θανάτῳ τοῦ Χριστοῦ».34. Ὁ Μητροπολίτης Διολείας Κάλλιστος Γουέαρ (Ware) παρατήρησε πρόσφατα: «Ὁρισμένοι [ἀπό τούς πιό αὐστηρούς Ὀρθοδόξους] θά ἔλεγαν ὅτι ἔξω ἀπό τά ὁρατά ὅρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν ὑφίστανται ἀληθινά Μυστήρια, οὔτε ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τώρα, γιά μένα, ὡς Ὀρθόδοξο, αὐτό μου εἶναι δύσκολο νά τό πιστέψω. Βεβαιώνομαι ὅμως, διά τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ ἄλλες χριστιανικές κοινότητες καί ἀσφαλῶς πιστεύω ὅτι ὑπάρχει ἀληθινή χάρις τοῦ βαπτίσματος, ὅπου τελεῖται βάπτισμα στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί χρησιμοποιεῖται νερό. Ἀσφαλῶς, καθόσον ἀφορᾶ τούς Ρωμαιοκαθολικούς, πιστεύω στήν ἀληθινή πραγματικότητα τοῦ Μυστηρίου, ὅτι πράγματι αὐτή εἶναι ἀληθινή Εὐχαριστία» 

No comments:

Post a Comment